ς ἐστι βίος πένητι δυναστοῦ ἅρπαγος πλησίον παροικοῦντι. Codd. Ba 147
Bb
90 Mb 222. Un pot de terre et un pot de cuivre
ῦ βίου τυφοῦσθαι· ὅσα γὰρ ἂν κτήσηταί τις, ξένα τυγχάνει. Codd. Ba 90
Bb
58. Une lampe enivrée d’huile, jetant une vive
ει, τοὺς τολμηροὺς ἐν τοῖς λόγοις καὶ οὐκ ἐν τοῖς ἔργοις. Codd. Ba 79
Bb
49. Un chasseur cherchait la piste d’un lion. I
μνωθῆναι, τοῖς ἀκαταλλάκτοις ἐχθροῖς δι’ ὅρκων πεισθέντα. Codd. Ba 80
Bb
50. Les loups envoyèrent des députés aux mouton
ατηγορίας ἀκούειν· εἰς κίνδυνον γὰρ ἄγουσι τὸν ἀκούοντα. Codd. Ba 108
Bb
66. Chambry 281.2 Aliter — Autre version.
καὶ βουλομένους τοὺς φίλους πλεονεκτεῖν ὁ μῦθος ἐλέγχει. Codd. Ba 133
Bb
80. Au temps où la vigne jette ses pousses, un
ος τύχης καὶ τὸν τόπον φεύγειν ἐθέλειν ἔνθα ἡ λύπη συνέϐη. Codd. Ba 2
Bb
1 Bc 2. L’hirondelle engageait le rossignol à l
δελεάζοντες ἀποστεροῦσιν αὐτοὺς καὶ τῆς ἀναγκαίας χρείας. Codd. Ba 67
Bb
43. Un palefrenier volait l’orge de son cheval
καὶ θανάτου παραιτίαν οἶδε ποιεῖν τῶν κακῶν ἡ συνοίκησις. Codd. Ba 89
Bb
57 Ma 183 Md 81 Mh 76 Mm 97. Un berger, qui faisa
ν τρυφήσαντα μεταϐολῆς δυστυχοῦς τυχεῖν ἢ καὶ ἀποθανεῖν. Codd. Ba 130
Bb
78 Mb 200. Une amarante qui avait poussé à côté
αν ὄντα τῇ δόξῃ σπανίως ἴδοις ἂν ἐκφυγόντα τοὺς κινδύνους. Codd. Ba 8
Bb
5. Un pêcheur, ayant retiré de la mer son filet
όν ἐστι διαλύειν, ἐπειδὴ πᾶσιν ἐπικίνδυνον τέλος ἄγουσιν. Codd. Ba 49
Bb
31. Dans la saison d’été, quand la chaleur fait
παραμένει· γυμνοὶ γὰρ ἤλθομεν, γυμνοὶ καὶ ἀπελευσόμεθα. Codd. Ba 141
Bb
86 Mb 218 Mc 96 Md 107 Mh 93 Mi 23 Mm 134 Mn 33.
ονέκτας τοὺς ἐν ὑποκρίσει καὶ κενοδοξίᾳ βιοῦντας ἐλέγχει. Codd. Ba 13
Bb
8 Bc 11. Un ours se vantait hautement d’aimer l
ενόδοξοι τρόποι πρόδηλοί εἰσι δηλοῦντες τὴν ἀφανῆ κακίαν. Codd. Ba 71
Bb
45 Mb 84. Un chien mordait à la sourdine. Son m
ῦ λόγου ψευδολογοῦντες αὐτοὶ ἑαυτοῖς ἔλεγχος καθίστανται. Codd. Ba 45
Bb
29 Mb 226. L’hirondelle disait à la corneille :
ης δεινότερόν ἐστιν, ὅταν τις ἐκ τῶν οἰκείων κινδυνεύσῃ. Codd. Ba 138
Bb
83 La 137 Lg 39 Md 106 Mg 149 Mh 90 Mi 22 Mm 131.
μὲν ἐχθροῖς ἀπίστει, τοῖς δὲ φίλοις πίστευε καὶ συντήρει. Codd. Ba 36
Bb
24 Mg 62. Trois bœufs paissaient toujours ensem
ῆς δόξης δυνατόν· πολλοῖς γὰρ τὸ γῆρας ἐν κόποις ἀνηλώθη. Codd. Ba 22
Bb
14. Un vieux cheval fut vendu pour tourner la m
ους, τοὺς ἀντὶ ἀγαθῶν κακὰ ἀντιδιδόντας, ὁ μῦθος ἐλέγχει. Codd. Ba 60
Bb
36 Bd 30. Chambry 153.3 Aliter — Autre vers
ες γενόμενοι ἐν περιστάσει ἐμπεσόντες οὐχ ἕξουσι βοηθούς. Codd. Ba 62
Bb
38 Mb 79. Un corbeau pris au piège promit à Apo
οτε κατεγελασθῇς καὶ κινδυνεύσῃς· τὸ γὰρ ξένον ἀνοίκειον. Codd. Ba 99
Bb
61 Md 87 Mh 79 Mi 3 Mm 105 Lc 31 Lg 31. Un âne
ὀργῆς γὰρ πολλάκις βλάϐη γίνεται μεγάλη τοῖς δυσοργήτοις. Codd. Ba 9
Bb
6 Mg 23. Un homme avait de la rancune contre un
σχὺν καὶ δυνατωτέροις ἑαυτοῦ μὴ συνάπτειν μηδὲ κοινωνεῖν. Codd. Ba 52
Bb
32. Le lion et l’onagre chassaient aux bêtes sa
σματι κειμένους καὶ ἀλλήλους μεμφομένους ὁ μῦθος ἐλέγχει. Codd. Ba 85
Bb
55. Un jour un loup, ayant enlevé un mouton dan
[Ὅτι] ὑποκριτὰς δολίους φιλεῖν λέγοντας ὁ μῦθος ἐλέγχει. Codd. Ba 111
Bb
67 Md 90 Mh 82 Mi 6 Mm 108.
αυχώμενοι μέγα φρονοῦσιν ὡς αὐτοὶ χειμασθέντες ἐν αὐτοῖς. Codd. Ba 32
Bb
21. Chambry 70.3 Aliter — Autre version.
ακοὺς καὶ τοῖς δεσπόταις ἐπανισταμένους ὁ μῦθος ἐλέγχει. Codd. Ba 116
Bb
69. Un jour la queue du serpent eut la prétenti
ταχειριζόμενοι οὐ τοσοῦτον κέρδος ὅσην βλάϐην καρποῦνται. Codd. Ba 39
Bb
26 Mg 65. Chambry 322.3 Aliter — Autre vers
ραννοῦντας τοὺς πέλας ἐν παραϐάσει νόμου ὁ μῦθος ἐλέγχει. Codd. Ba 96
Bb
60 Ma 185 Md 86 Mh 78 Mi 2 Mm 104.
βίῳ ἐχθροὺς κεκτημένος οὐδένα φίλον ἐν ἀνάγκαις εὑρήσει. Codd. Ba 63
Bb
39. Chambry 169.4 Aliter — Autre version.
Ὅτι, τῆς αἰτίας προδήλου οὔσης, οὐ δυνατὸν ταύτην καλύψαι. Codd. Ba 4
Bb
3. Un chevrier rappelait ses chèvres à l’étable
αυτῶν πατρίδας προδιδόντες τοιούτους μισθοὺς λαμϐάνουσι. Codd. Ba 102
Bb
63. Les loups dirent aux chiens : « Pourquoi, é
τι τοῖς παροῦσιν ἀρκείσθω τις καὶ τὴν ἀπληστίαν φευγέτω. Codd. Ba 112
Bb
68 La 140 Lc 45 Lg 45 Mi 7 Mm 109. Un homme ava
υντιθεὶς αὐτὸς ἐν ταῖς ἐνέδραις τῶν κινδύνων ἐμπεσεῖται. Codd. Ba 122
Bb
73. Un homme, ayant pris à la chasse une perdri
ῦντες καὶ ἐν οἷς ὁρίζουσιν καὶ δικάζουσιν οὐκ ἐμμένουσιν. Codd. Ba 82
Bb
52. Un loup, étant devenu chef des autres loups
ηρίαν ἀπέρχονται καὶ τὸ τῶν μονάχων σχῆμα περιϐάλλονται.] Codd. Ba 30
Bb
19 Mg 53. Chambry 308.3 Aliter — Autre vers
εργέταις παρέχειν, τοὺς πονηροὺς δὲ φρονίμως τροποῦσθαι. Codd. Ba 128
Bb
76. Un jour un aigle fut pris par un homme. Cel
καιον ἀγαπῶσι καὶ τιμῶσιν ὅσον τὸ κερδαλέον ἐπιδιώκουσι. Codd. Ba 140
Bb
85. Il y avait dans le champ d’un laboureur un
ἀμαθεῖς καὶ κομψολόγους ἰατροὺς ὁ παρὼν μῦθος στηλιτεύει. Codd. Ba 53
Bb
33 Mb 70. Un médecin ignorant traitait un malad
τὸ μὴ καλῶς πράττειν [· αὐτοὺς δὲ πολλάκις καὶ ἀπώλεσεν]. Codd. Ba 7
Bb
4 Mg 22. Chambry 20.3 Aliter — Autre versio
ς καὶ θέλοντας τοῦτο διὰ ψεύδους καλύψαι ἐλέγχει ὁ μῦθος. Codd. Ba 18
Bb
12 Mg 31. Chambry 32.4 Aliter — Autre versi
οι εἶναι καὶ θρασεῖς οὓς ἡ πεῖρα γυμνασθέντας ἐξελέγχει. Codd. Ba 148
Bb
91. Un lion voyageait un jour avec un homme. Il
τρίων ἀνθρώπων πάθῃ τι τῶν ἀπαισίων ὅσον ὑπὸ τῶν οἰκείων. Codd. Ba 28
Bb
17 Mg 51. Des bûcherons fendaient un pin, et il
γοὺς καὶ ἐξ ἀλλοτρίων πόνων τρεφομένους ὁ μῦθος ἐλέγχει. Codd. Ba 143
Bb
87. Un forgeron avait un chien. Quand il forgea
δῆς καὶ μακροθυμίας τινὲς καὶ φύσεως ἀργῆς περιεγένοντο. Codd. Ba 129
Bb
77 Md 101 Mh 88 Mi 17 Mm 123.
’ ἑτέρου δόλια μηχανᾶται ἑαυτοῦ γίνεται τῶν κακῶν ἀρχηγός. Codd. Ba 3
Bb
2. Un homme nourrissait une chèvre et un âne. O
ίζεσθαι καὶ ἀτιμάζεσθαι παρὰ εὐτελῶν καὶ ἀγενῶν ἐνδόξους. Codd. Ba 81
Bb
51. Chambry 107.5 Aliter — Autre version.
τὴν ἑαυτοῦ φύσιν ἀγνοείτω· ἀϐέϐαια γὰρ τὰ ἀγαθὰ τοῦ βίου. Codd. Ba 46
Bb
30. Chambry 129.5 Aliter — Autre version.
χαιρέκακοι παραφυσῶντες πρὸς ζάλην καὶ ὀργὴν διεγείρουσιν. Cod. Ba 54
Bb
34. Chambry 247.4 Aliter — Autre version.
ινδύνοις περιπεσόντες εἱμαρμένην καὶ τύχην καταμεμφόμεθα. Codd. Ba 33
Bb
22 Mg 59. Chambry 262.5 Aliter — Autre vers
οῦντι ἔπαινος πρόσεστι, τῷ δὲ ἀργῷ κίνδυνος καὶ μάστιγες. Codd. Ba 24
Bb
15 Mg 48. Chambry 92.3 Aliter — Autre versi
τις ἐμπεσὼν καὶ τὰς κεκρυμμένας τῆς ψυχῆς βουλὰς ἐξάγει. Codd. Ba 31
Bb
20 Mg 58. Chambry 231.3 Aliter — Autre vers
εία δίκη ἐφορᾷ πάντα καὶ τὸ ἴσον ἀποδίδωσι ζυγοστατοῦσα. Codd. Ba 144
Bb
88. Un rat de terre, pour son malheur, se lia d
ίρεσθαι· βλάϐη γὰρ αὐτοῖς ἀντὶ τῆς τοιαύτης τιμῆς ἕπεται. Codd. Ba 61
Bb
37. Chambry 166.4 Aliter — Autre version.
οῖς κρατοῦσιν [ἐνδόξοις], ἀλλ’ ὑποτάσσεσθαι καὶ ὑπείκειν. Codd. Ba 29
Bb
18 Mg 52. Chambry 101.4 Aliter — Autre vers
ῖν τῶν οἰκείων ἐπ’ ἐλπίδι κέρδους ἐξ ἀλλοτρίων γινομένου. Codd. Ba 37
Bb
25 Mg 63. Chambry 17.3 Aliter — Autre versi
τῷ θεῷ συντάσσεσθαι διὰ τὴν πρὸς ὥραν συμϐαίνουσαν λύπην. Codd. Ba 16
Bb
11. Chambry 74.5 Aliter — Βουθρέμμων καὶ λέ
ῖς ὠφελεῖν πειρωμένοις δολίως ἀνταμοιϐὴν κακὴν παρέσχον. Codd. Ba 106
Bb
64 Ma 186 Md 89 Mh 81 Mi 5 Mm 107 Mn 27 Ld 27.
τω τούτοις γενναίως καὶ μὴ σοφιζέσθω· οὐ γὰρ ἐκφεύξεται. Codd. Ba 135
Bb
82. Un vieillard craintif avait un fils unique
· πολλάκις γὰρ σφάλλουσιν αἱ ἐλπίδες εἰς ἃς ἐπερειδόμεθα. Codd. Ba 34
Bb
23 Mg 60. Chambry 103.4 Aliter — Autre vers
νεῖν ἀνδράσι κακοῖς, μή πως κινδύνοις σὺν αὐτοῖς ἐμπαρῇς. Codd. Ba 14
Bb
9 Mg 25. Chambry 285.6 Aliter — Autre versi
ν παραμυθίαν φέρει τὸ καὶ ἑτέρους χείρονα παθόντας ὁρᾶν. Codd. Ba 101
Bb
62. Chambry 192.6 Aliter — Autre version.
ιν ὁ συμφοραῖς ἑτέρων παιδευθεὶς καὶ μὴ προλαϐὼν πταίσας. Codd. Ba 73
Bb
47. Chambry 197.6 Aliter — Autre version.
πιθανοὶ μέν εἰσι, οἱ δὲ τρόποι σκολιοὶ καὶ δόλου πλήρεις. Codd. Ba 41
Bb
27. Chambry 34.5 Aliter — Autre version
οῦντες καὶ συμπονοῦντες ἐν τῷ βίῳ ἀμφότεροι περισῴζονται. Codd. Ba 12
Bb
7. Chambry 142.4 Aliter — Autre version.
ποτὲ μὲν γαληνιῶσα καὶ προσμειδιῶσα, ποτὲ δὲ ἀποπνίγουσα. Codd. Ba 15
Bb
10 Mg 26. Chambry 52.3 Aliter — Autre versi
έλη τῶν πραγμάτων οὕτω ποιεῖσθαι τὰς τούτων ἐγχειρήσεις. Codd. Ba 134
Bb
81. Chambry 40.7 Aliter — Autre version
νοῦν ἐπιθολοῖ καὶ τὰς τῶν κινδύνων συμφορὰς οὐ κατανοεῖ. Codd. Ba 75
Bb
88. Le lion étant tombé malade était couché dan